Ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας Αντόν Τσέχοφ (1860-1904), σ'όλη του τη ζωή, αναζητούσε καλύτερες οικονομικές συνθήκες. Μήπως, και σε αυτή του την ανάγκη οφείλουμε την κληρονομιά πολλών από τα αριστουργήματά του;
Η τιμή ήταν 75 χιλιάδες ρούβλια. Ένα τεράστιο ποσό για εκείνη την εποχή. Ο Μαρξ τα εξοφλούσε με δόσεις, και όλο και ζητούσε καινούργια χειρόγραφα. Μ' αυτά τα χρήματα κτίστηκε το σπίτι του Τσέχοφ στην Γιάλτα. Όμως εκτός από το σπίτι, αυτή η «δουλοκτητική» συμφωνία με τον Μαρξ, έπαιξε στη ζωή του Τσέχοφ έναν σημαντικότερο ρόλο. Τον κατέστησε θεατρικό συγγραφέα!
Ναι, φυσικά ο «Βυσσινόκηπος» εκδόθηκε από τον Μαρξ. Αλλά τα ποσοστά από τις παραστάσεις βρίσκονταν εκτός των δικαιωμάτων του εκδότη. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι, πάνω από τα μισά θεατρικά έργα του Τσέχοφ, γράφτηκαν μετά τη σύναψη της συμφωνίας με τον Μαρξ. Πρόκειται για τα έργα «Βυσσινόκηπος», «Τρεις αδελφές» και άλλα δέκα (!) μικρά έργα.
Και στο Θέατρο
Έχοντας βρει τον τρόπο του με τον εκδότη, ο Τσέχοφ βρέθηκε εξαρτημένος από τους σκηνοθέτες. Είχαν πολλές ιδέες, ακόμη και τις πιο απρόβλεπτες. Μια φορά ο Τσέχοφ έφτασε στη Μόσχα για να παρακολουθήσει την πρόβα του «Γλάρου» στο Θέατρο Τέχνης, και με έκπληξη άκουσε ήχους να ακούγονται πίσω από τη σκηνή, διέκρινε βατράχους, ζουζούνια και σκυλιά.
«Τι είναι αυτό», ρώτησε ο Αντόν Πάβλοβιτς.
«Στοιχεία της πραγματικότητας», ήταν η απάντηση.
Χρειάστηκε να κάνει στο θίασο μια σύντομη διάλεξη. Ο Τσέχοφ είπε: «Ο Κραμσκόι έχει έναν πίνακα, όπου με έναν αξιοθαύμαστο τρόπο απεικονίζονται πρόσωπα. Τι θα γίνει αν κόψουμε μια ζωγραφισμένη μύτη από το ένα, και βάλουμε μια μύτη ζωντανή; Η μύτη είναι πραγματική, αλλά ο πίνακας θα έχει καταστραφεί... Η σκηνή αναφέρεται στην πεμπτουσία της ζωής, και δεν υπάρχει ανάγκη να προσθέτουμε τίποτε το περιττό».
Λίγο πριν τον θάνατό του, ενώ είχε ήδη αναγνωριστεί ως ο κυρίαρχος θεατρικός συγγραφέας της Ρωσίας, ο Τσέχοφ είπε στον συγγραφέα Γκάριν-Μιχάηλοφσκι, δείχνοντάς του ένα σημειωματάριο: «Υπάρχουν άλλα πεντακόσια φύλλα με αναξιοποίητο υλικό. Αρκεί για πέντε χρόνια δουλειάς. Αν γράψω, η οικογένειά μου θα είναι εξασφαλισμένη».
Μεγαλοφυΐα
Πέρασε όλη του τη ζωή αναζητώντας το χρήμα. Χρήματα, και όχι ιδέες, όχι κάποιο ανώτερο νόημα της ύπαρξης, όχι ιστορίες. Μ' όλα αυτά δεν είχε κανένα πρόβλημα. Ως δια μαγείας, αντλούσε ιστορίες απ' ό,τι έβλεπε. Δεν είχε ανάγκη από ιδεολογίες, και έτσι προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στο κοινό της εποχής του, που είχε συνηθίσει σε μια λογοτεχνία «με ιδέες». Ένας σύγχρονος του Τσέχοφ αναφέρεται σε μια χαρακτηριστική συνομιλία του συγγραφέα με φοιτητές:
«Αν δεν διαθέτετε το δικό σας πιστεύω», έλεγε ένας φοιτητής, απευθυνόμενος στον Τσέχοφ, «δεν μπορείτε να είστε συγγραφέας».
«Δεν έχω κανένα πιστεύω», απάντησε ο Αντόν Πάβλοβιτς.
«Ποιος έχει ανάγκη από τα διηγήματά σας; Πού οδηγούν; Δεν προτείνουν ούτε αντίλογο, ούτε ιδέες. Σκέτη διασκέδαση».
«Σκέτη», επιβεβαίωσε ο Αντόν Πάβλοβιτς.
Πως έβλεπε τον εαυτό του
Δεν θεωρούσε τον εαυτό του μεγάλο συγγραφέα. Την απασχόλησή του την αποκαλούσε τρέχουσα λογοτεχνία. Σήμερα διαβάζεται, ενώ αύριο θα ξεχαστεί. «Ξέρετε πόσα χρόνια ακόμη θα διαβάζουν τα έργα μου;», έλεγε στον Μπούνιν. «Επτά».
«Γιατί εφτά;»
«Ας είναι και επτάμισι».
«Όχι, η ποίηση αντέχει στα χρόνια».
Και σ' αυτό το σημείο ο Τσέχοφ θύμωσε, κάτι που του συνέβαινε σπανίως. Είπε σχεδόν φωνάζοντας: «Ποιητές, αγαπητέ μου κύριε, θεωρούνται μόνο εκείνοι που χρησιμοποιούν τις εκφράσεις “αργυρόχρωμη φύση”, “συγχορδία”, και “στον αγώνα, στον αγώνα, να πολεμήσουμε το σκότος!”»
Ήταν αρκετά επαγγελματίας, ώστε να μην παριστάνει την ιδιοφυΐα. Το βασικό είναι να δουλεύεις καλά, να παράγεις ένα ποιοτικό προϊόν. Όλα τα άλλα είναι «αργυρόχρωμη φύση». Το μόνο επακόλουθο ενός καλού προϊόντος είναι η αμοιβή και τα καθημερινά αγαθά. Ένας από τους βιογράφους του, αναφέρεται στην εξής χαρακτηριστική σκηνή: «Η ταβέρνα ήταν ρυπαρή, φτηνή, άνοιγε ξημερώματα για τους αμαξάδες της νυχτερινής βάρδιας. ''Αυτό είναι ένα καλό στοιχείο'', είπε ο Τσέχοφ. “Άμα γράφουμε καλά βιβλία, θα συχνάζουμε και σε καλά εστιατόρια. Ενώ γι' αυτό που αξίζουμε σήμερα, αυτό το μέρος είναι αρκετά ωραίο”».
Με πολύ χιούμορ
Φαινόταν πως δεν είχε αξιώσεις για κάτι εκτός από τα καλά εστιατόρια. Όμως ο Μαρξ δεν έκανε λάθος όταν έκλεισε τη συμφωνία μαζί του, όπου συμπεριλήφθηκαν και τα μελλοντικά του κείμενα. Το άγραφο έργο του Αντόν Πάβλοβιτς συνεχίζει την συγγραφή του και σήμερα, εκατό χρόνια μετά τον θανατό του. Ο Τσέχοφ θα ήταν ευχαριστημένος αν μάθαινε ότι ο πρόεδρος της Ουκρανίας Γιανουκόβιτς τον αποκάλεσε «μεγάλο ουκρανό ποιητή». Πρόκειται για ανέκδοτο, εντελώς στο πνεύμα του Τσέχοφ. Ορίστε και μια άλλη ιστορία. Στην Κριμαία, στο εξοχικό σπίτι του Τσέχοφ, εγκαινιάστηκε ένα μουσείο. Το τραπέζι του Τσέχοφ. Η πένα του Τσέχοφ. Στην αρχή της έκθεσης παρουσιάζεται ένα ερμηνευτικό κείμενο, γραμμένο σε γραφομηχανή: «Εδώ έζησε και εργάστηκε... Θα θυμόμαστε για πάντα τον δικό μας...» Το κείμενο καταλήγει στη φράση: «Να διαβάζετε τον Τσέχοφ και να έχετε την υγεία σας!».
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να περιγράψει ο ίδιος ο Τσέχοφ σε ένα από τα διηγήματά του. Το χιούμορ συμπίπτει τελείως με το πνεύμα του.
Διαβάσατε τον Τσέχωφ; Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας κάτω από το κείμενο ή στη σελίδα μας στο Facebook!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι αντίστοιχα της ανάρτησης και να μην θίγουν την προσωπικότητα κανενός πολίτη.
Ευχαριστώ για τη Συμμετοχή