«Δίχως Ιστορία, η εξουσία μας οδηγεί εκεί που θέλει».
H. Zinn
Με αφορμή τη σημερινή εθνική επέτειο αναρωτιέται κανείς, αν ο τρόπος που γιορτάζεται, δίνει τη δυνατότητα για αναστοχασμό, τόσο για τις ιστορικές συνθήκες και τον χαρακτήρα της επανάστασης του 1821, όσο και για τη σύνδεση τους με τη σύγχρονη εποχή; Μήπως, άραγε, οι τυπικές και μονόπλευρες γιορταστικές εκδηλώσεις, όχι μόνον αμβλύνουν την ιστορική μνήμη και παραχαράσσουν την ιστορική πραγματικότητα, αλλά διευκολύνουν τους κυρίαρχους να διαμορφώσουν μια κοινωνία λήθης και αδράνειας, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους;
Στρατοκρατία και παρελάσεις
Είναι αλήθεια ότι μέσα από τις ωραιολογίες των πανηγυρικών της ημέρας και τις τυπικές τελετές, μέσα σε ένα τεχνητό κλίμα εθνικής έξαρσης και ευφορίας που διευκολύνει την έντονη ενεργοποίηση του συναισθήματος και τον παραγκωνισμό της κριτικής σκέψης, οι ιστορικές αλήθειες κλειδώνονται στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και αντικαθίστανται από εθνικούς μύθους και στερεότυπα. Από αυτού του είδους τις τελετές ξεχωρίζουν οι παρελάσεις που σε φαντασιακό και πραγματικό επίπεδο αποτελούν μια λατρευτική εκδήλωση του έθνους που μπορεί δήθεν να μας ενώσει όλους και να μας κάνει να ξεχάσουμε τις ταξικές ή άλλες διαφορές, υπενθυμίζοντας και προβάλλοντας το κοινό ένδοξο παρελθόν και το εθνικό συμφέρον.
Ειδικότερα οι παρελάσεις απλώνουν τις ρίζες τους στον προηγούμενο αιώνα. Τα σχολεία εμφανίζονται παραταγμένα στην εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου 1924 που συνέπιπτε με την ανακήρυξη της Δημοκρατίας. Όμως για πρώτη φορά η μαθητική παρέλαση παίρνει χαρακτήρα επίσημο και συμπληρωματικό ως προς τη στρατιωτική , από το 1936. Τον Μάρτιο παρελαύνουν τα σχολεία επικεφαλής της πομπής, μπροστά στον Μεταξά και τον Βασιλιά. Το καθεστώς της 4ηςΑυγούστου θα ασχοληθεί ιδιαίτερα με την ανάπτυξη της στρατιωτικής συνείδησης της νεολαίας και θα χρησιμοποιήσει γιορτές και παρελάσεις ως όργανα για τους σκοπούς του. Από τότε η σχολική παρέλαση συνδέθηκε απόλυτα με την στρατιωτική και ούτε οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης δε διανοήθηκαν να αμφισβητήσουν την αναγκαιότητα των υποχρεωτικών παρελάσεων.
Ο «φετιχισμός» των σχολικών βιβλίων
Πολλοί καταλογίζουν στη νέα γενιά, με έναν ισοπεδωτικό, κατά κανόνα, τρόπο ιστορική άγνοια, αποσιωπώντας ή και παραποιώντας τις αιτίες. Πέρα από τις υπερβολές και, κυρίως, την απόκρυψη των αιτιών, το πρόβλημα της προσέγγισης της ιστορικής γνώσης και της κριτικής αφομοίωσης της είναι ένα από τα σοβαρότερα, γιατί η Ιστορία παραμένει terra incognita (άγνωστη γη).
Βέβαια το πρόβλημα δεν είναι καθαρά εκπαιδευτικό, αλλά κοινωνικό, πολιτικό. Γιατί «οι αντιπαραθέσεις για το τι θα διδαχθούν τα απιδιά στο σχολείο είναι πάντοτε αντιπαραθέσεις για το τι κοινωνία θέλουμε και ποιο θα είναι το μέλλον της». (Μ. Young) άλλωστε η πολιτική εξουσία έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει τόσο στη συγγραφή των σχολικών βιβλίων, όσο και στο «ψαλίδισμα» της ύλης επιδιώκοντας τη διαπαιδαγώγηση των νέων σύμφωνα με την «επίσημη Ιστορία» σ' ένα κοινωνικό περιβάλλον που ευνοεί την ιστορική αμάθεια και δικαιώνοντας τους Κινέζους που έγραφαν: «Η Ιστορία γράφεται από τους μανδαρίνους και για τους μανδαρίνους»
Χρειάζεται, όμως, να εξετάσουμε πώς το μάθημα και τα σχολικά βιβλία της Ιστορίας αναπαράγουν τους εθνικούς μύθους και την αμάθεια. Από τις αρχές τις δεκαετίας του 1990 τα σχολικά βιβλία «εκσυγχρονίζονται» με βάση τις προδιαγραφές της «νέας ευρωπαϊκής σκέψης». Στη θέση των ατελείωτων πολεμικών γεγονότων και εθνικών στερεοτύπων προβάλλεται μια «σούπα ιδεών», όπου το κύριο μπερδεύεται με το δευτερεύον, το αίτιο με το αποτέλεσμα. Αντί της αναγκαίας αφήγησης που έχουν ανάγκη οι μαθητές περιέχονται θραύσματα ιστορικών γνώσεων, με αποτέλεσμα να διαβάζουν τη σελίδα χωρίς να γνωρίζουν που ακριβώς αυτή εντάσσεται. Άλλωστε σύμφωνα με τους εκσυγχρονιστές σημασία δεν έχει η εξήγηση του γεγονότος, αλλά το νόημά του. Όχι αυτό που συνέβη(γεγονός, αίτιο, αποτέλεσμα, ένταξή του στο χρόνο), αλλά αυτό που αισθάνεται ο μαθητής (βιωματική προσέγγιση), έτσι ώστε να μην υπάρχει «ιστορική αλήθεια», αλλά «ατομική αλήθεια».
Με δυο λόγια και παρά τις διαφοροποιήσεις που παρουσιάζουν, από τα σχολικά βιβλία της Ιστορίας απουσιάζει το ιστορικό πλαίσιο, οι κοινωνικές συγκρούσεις εξοστρακίζονται, ενώ η συνολική αφήγηση «κόβεται» σε πληροφορίες, εικόνες, αριθμούς και πηγές. Απομένει το απομονωμένο γεγονός, ενώ το «πώς» και το «γιατί» έχουν εξαφανιστεί. Πρόκειται για σπαράγματα-θραύσματα γεγονότων χωρίς συνέχεια.
Σήμερα η κυρίαρχη τάση συγγραφής της επίσημης Ιστορίας είναι μια νέα σύνθεση εθνοκεντρικού και ευρωκεντρικού προσανατολισμού στο πλαίσιο του κοσμοπολιτισμού της Νέας Τάξης Πραγμάτων έρχεται να αντικαταστήσει την «εθνική μυθολογία». Ένα βασικό δόγμα της ιδεολογίας της Νέας Τάξης είναι το «δόγμα της περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας». Τα αναμορφωμένα βιβλία εκφράζουν τη νεοταξική ιδεολογία, επιδιώκουν να αποδομήσουν την όποια εθνική συνείδηση, με στόχο την ιδεολογική κατάργηση των εθνών-κρατών, το αναγκαίο συμπλήρωμα της φυσικής κατάργησής τους μέσα στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Υπερτονίζουν συνεχώς τη σημασία των ατομικών δικαιωμάτων, αλλά εξαφανίζει και κάθε ταξική διαίρεση και σύγκρουση.
Παράλληλα έχει διαπιστωθεί και ερευνητικά ότι η «αναγκαστική επικέντρωση της διδασκαλίας στην προετοιμασία των μαθητών για τις εξετάσεις» είναι βασική αιτία για την αδυναμία κατανόησης των Ιστορικών γεγονότων. Στο πλαίσιο του εξεταστικοκεντρικού σχολείου κυριαρχεί ο «φετιχισμός του εγχειριδίου» (textbook fetixism) που οδηγεί στην άκριτη απομνημόνευση. Έτσι οι μαθητές και οι μαθήτριες βυθίζονται σ' ένα αρχιπέλαγος πληροφοριών, μαχών, χρονολογιών, προσώπων και γεγονότων που διαδέχονται το ένα το άλλο με κινηματογραφική ταχύτητα, αδυνατώντας να διαχωρίσουν το κύριο από το δευτερεύον, το αίτιο από το αιτιατό και να προσεγγίσουν την Ιστορική γνώση.
Για την επανάσταση του 1821
Τόσο η εθνικιστική, όσο και η κοσμοπολίτικη προσέγγιση της Ιστορίας «ξεχνούν» ότι η επανάσταση του ΄21 ξεκίνησε από τα φτωχά λαϊκά στρώματα παρασύροντας στη συνέχεια το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού λαού. Με το να εξωραΐζουμε πρόσωπα και κοινωνικές ομάδες που δυνάστευσαν και ταλαιπώρησαν τον λαό, δεν προσφέρουμε στην αυτογνωσία του λαού μας. Η Τουρκοκρατία εξέθρεψε κοινωνικές τάξεις με συγκρουόμενα και ανταγωνιστικά συμφέροντα, εκμετάλλευση και καταπίεση. Γι' αυτό η επανάσταση του 1821, εκτός από εθνική υπήρξε και βαθύτατα κοινωνική. Αντίθετοι στην επανάσταση στάθηκαν ο ανώτερος κλήρος, οι Φαναριώτες και οι κοτζαμπάσηδες στην πλειονότητά τους, στους οποίους οι Τούρκοι είχαν παραχωρήσει μια σειρά προνομίων που τους εξασφάλιζαν πλουσιοπάροχη ζωή. «Η προστασία της οθωμανικής κυβερνήσεως», γράφει ο ιστορικός Φίνλεϊ, «δημιούργησε μια ελληνική αριστοκρατία διοικητικών οργάνων και φοροεισπρακτόρων (...) Η ηθική και πολιτική θέση τούτης της τάξης αποδόθηκε άριστα με την ονομασία τους σαν είδος «χριστιανών Τούρκων». Ασφαλώς και υπήρξαν λαμπρές εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Η αλήθεια είναι ότι πολλοί απ' αυτή την «αριστοκρατία», μόλις είδαν ότι η Επανάσταση παίρνει παλλαϊκό χαρακτήρα, έσπευσαν να ενταχθούν σ' αυτήν, όχι βέβαια για να τη βοηθήσουν να πραγματοποιήσει τους σκοπούς της, αλλά για να την καθοδηγήσουν και να την κατευθύνουν σύμφωνα με τα συμφέροντά τους δημιουργώντας ένα κράτος εχθρικό προς τις λαϊκές τάξεις και στρώματα.
Σήμερα τον ρόλο της «Ιεράς Συμμαχίας», της αντίδρασης και της καταπίεσης λαών και εθνοτήτων στο όνομα της «Παγκοσμιοποίησης» έχουν αναλάβει οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, η Ε.Ε., οι σύμμαχοί τους και τα όργανά τους: Δ.Ν.Τ.. Παγκόσμια Τράπεζα ..
Απέναντι στο σχέδιο της επιστροφής στο 19ο αιώνα και στη μετατροπή μας στους δούλους της οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας, οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, ο λαός, έχουμε μια και μοναδική επιλογή κοινωνικής περηφάνιας κι αξιοπρέπειας. Μια και μοναδική επιλογή που να αντιστοιχεί στην πολύπαθη αλλά ηρωική ιστορία του τόπου μας, τη μαζική λαϊκή αντίσταση.
Όσο οι κυρίαρχοι θα επιμένουν να δια-μορφώνουν τις σχολικές γνώσεις σύμφωνα με τα συμφέροντά τους, τόσο οι λογαριασμοί για μια εκπαίδευση που θα μορφώνει και δε θα παραμορφώνει θα παραμένουν ανοικτοί. Απέναντι σ' αυτή την τάση χρειάζεται μια ριζοσπαστική αντι-πρόταση, μια νέα αντίληψη για την Ιστορία που επιδιώκει να εξασφαλίσει τη συμμετοχή των νέων στο ιστορικό γίγνεσθαι σε στέρεες επιστημονικές βάσεις. Με δυο λόγια, πρέπει να αλλάξουν όλα: Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών, βιβλία, εκπαιδευτική δομή και εορταστική παράδοση των «εθνικών επετείων». Με στόχο η εκπαίδευση να συνδιαμορφώνει ελεύθερους και σκεπτόμενους πολίτες με όπλο την κριτική γνώση της Ιστορίας και την ιστορική μνήμη. Και για να θυμηθούμε τον ποιητή:«Ά, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά». (Μ. Αναγνωστάκης). Γιατί αίτημα των καιρών είναι να βρούμε τρόπους να διατηρήσουμε τη μνήμη ως τροφοδότη του νου και της ψυχής, λάβαρο χρέους για τους αγώνες του παρόντος και του μέλλοντος.
* O Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος της Σ.Ε. του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης», εκπρόσωπος των Αγωνιστικών Παρεμβάσεων - Συσπειρώσεων - Κινήσεων στο Δ.Σ. του ΚΕ.ΜΕ.ΤΕ. της Ο.Λ.Μ.Ε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι αντίστοιχα της ανάρτησης και να μην θίγουν την προσωπικότητα κανενός πολίτη.
Ευχαριστώ για τη Συμμετοχή